Helter Skelter

2020


______________________


I see (it) because of you
k41, Copenhagen
[w/ Evan Gkountonis]

______________________


hel·ter-skel·ter |

hel-tər-ˈskel-tər


1: in undue haste, confusion, or disorder

2: in a haphazard manner



άνω-κάτω [áno-káto] adv ① up and down (syn απάνω-κάτω): τρέχει ~ | κοίταξε ~ ανήσυχα | κόσμος πολύς αναδεύονταν ~ και πέρα-δώθε (Christovasilis) ② in a state of disarray, upside down, topsy-turvy (syn L φύρδην μίγδην): τα έκανε όλα ~ he made a mess | το σπίτι είναι ~ | τα κλαδιά είχαν κάνει τα μαλλιά της ~ | ο πόλεμος έβαλε δυναμίτιδα στη γεωγραφία και την έφερε ~ (Athanasiadis-N) | το σκόρπισμα των αρχείων και οι ομαδικές λιποταξίες είχανε κάνει τα μητρώα ~ (Myriv) | οι βουλευτές τα έκαναν όλα ~ και καταστρέψανε την αρχιτεκτονική του νομοθετήματος (Theotokas) ⓐ phr κάνω or φέρνω κάποιο μέρος ~ to look high and low (for sth), leave no stone unturned, turn upside down or inside out: έκανα τον κόσμο ~ αλλά δεν βρήκα το πορτοφόλι μου | ο Γ. είχε φέρει το Παρίσι ~ για να βρει τον κατάλληλο ερμηνευτή (Melas) | rembetiko song θα κάνω ~ Περαία και Aθήνα | για να σε βρω Xριστίνα (IPetrop) ③ fig in a state of emotional upset (of people): είμαι, έγινα ~ | ένας φόβος κάνει τον άρρωστο ~ | αυτή η σκέψη μου 'χει κάνει ~την καρδιά | η ιδέα πως ο K. του 'χε γρουσουζέψει το ταξίδι τον έκανε ~ (Bastias) ⓑ phr γίνομαι ~ (με κάποιον) fight or quarrel w. s.o.: poem .. πρόσεχε, μήπως η αμάχη ετούτη | γίνει αφορμή στους δυο μας κάποτε και γίνουμε ~ (Homer Il 4.38 Kaz-Kakr) [fr postmed & MG άνω-κάτω ← K, AG, paratactic cpd of άνω κάτω]



Helter Skelter (2020) is a short film
that examines the im/material relations
entangled in the creation of (fictional) archives.






♫ On the first part of the journey / I was looking at all the life ♫

♫ Why, Why ♫ 

♫ Don’t, don’t panic / Don’t, don’t panic / But what if that’s all I’m good at? ♫